Η ενδοκογχική κογχοπλαστική θεωρείται από τις κορυφαίες μεθόδους αντιμετώπισης της υπερτροφίας των ρινικών κογχών, που αποτελεί μια από τις συχνότερες αιτίες ρινικής δυσχέρειας και συμφόρησης για τους ενήλικες και δημιουργεί προβλήματα στην καθημερινότητά τους.
Πλήθος μελετών έχει αναδείξει την αποτελεσματικότητα της κογχοπλαστικής και την υπεροχή της έναντι άλλων μεθόδων, καθώς μπορεί να υποσχεθεί μόνιμο μετεγχειρητικό αποτέλεσμα στο πέρασμα του χρόνου, έχοντας ελάχιστες παρενέργειες και επιπλοκές.
Μάλιστα, με την κογχοπλαστική συρρικνώνονται οι κόγχες, που είναι και το ζητούμενο, χωρίς να θιχτεί ο βλεννογόνος, ο οποίος φιλτράρει τον εισπνεόμενο αέρα και παίζει καταλυτικό ρόλο στην καλή λειτουργία της μύτης.
Οι ρινικές κόγχες έχουν ως αποστολή να θερμαίνουν τον εισπνεόμενο αέρα, ενώ παράλληλα τον φιλτράρουν και τον υγραίνουν προτού εισέλθει στους πνεύμονες. Η σωστή λειτουργία τους είναι βαρύνουσας σημασίας για την ομαλή αναπνοή. Βρίσκονται στο εσωτερικό της μύτης, στα πλάγια τοιχώματα και αποτελούνται από βλεννογόνο και κόκκαλο. Είναι όμως ιδιαίτερα ευάλωτες στους εξωτερικούς παράγοντες και στις εναλλαγές του περιβάλλοντος (υγρασία, ζέστη, κρύο), με συνέπεια να διογκώνονται, περιορίζοντας τη διάμετρο του αεραγωγού της μύτης.
Η υπερτροφία των ρινικών κογχών προκαλείται από ρινίτιδες (ιογενείς, αλλεργικές, μικροβιακές και άλλες), οι οποίες μάλιστα όταν επιμένουν, προσδίδουν στην υπερτροφία αυτή έναν μόνιμο χαρακτήρα. Διόγκωση όμως των ρινικών κογχών μπορεί να προκαλέσει και η υπερβολική χρήση αποσυμφορητικών σπρέι.
Στην υπετροφία των ρινικών κογχών η ρινική αναπνοή γίνεται με δυσκολία, ενώ προκαλούνται ροχαλητό και άπνοιες κατά τη διάρκεια του ύπνου. Επίσης μπορεί να υπάρξουν και άλλες συνέπειες όπως πονοκέφαλοι, ξηρότητα του στόματος και του φάρυγγα ή και κόπωση.
Σκοποί και εφαρμογή
Η κογχοπλαστική ενδείκνυται στην υπερτροφία ρινικών κογχών είτε λόγω χρόνιας αλλεργικής ρινίτιδας είτε λόγω αγγειοκινητικής ρινίτιδας είτε και λόγω υποτροπής της υπερτροφίας των ρινικών κογχών μετά από προηγούμενο καυτηριασμό τους. Όταν δε η υπερτροφία είναι σημαντική, η χειρουργική μείωση του όγκου τους θεωρείται μονόδρομος.
Η εν λόγω μέθοδος διενεργείται υπό ενδοσκοπική όραση με τη βοήθεια των εργαλείων ενδοσκοπικής χειρουργικής μύτης. Η ενδοσκοπική κάμερα βοηθά τον χειρουργό μέσα από την μεγεθυμένη εικόνα να έχει καλύτερη οπτική της πάσχουσας περιοχής κατά τη διάρκεια της χειρουργικής επέμβασης, ενώ με τα ενδοσκοπικά εργαλεία, μετά από μια οπή 2mm στην κεφαλή της κόγχης, αφαιρείται ο πλεονάζων ιστός και το υπερτροφικό οστό της κόγχης, με αποτέλεσμα αυτή να συρρικνώνεται. Έτσι παραμένει ανέγγιχτος ο εξωτερικός βλεννογόνος, που αποτελεί τη βασική επιφάνεια λειτουργίας της κόγχης και είναι απαραίτητο όργανο για τη συνολική λειτουργία της μύτης.
Πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα
Τα πλεονεκτήματα της εν λόγω μεθόδου είναι πολλά. Διαρκεί περισσότερο από τις παραδοσιακές χειρουργικές τεχνικές, διατηρεί τον βλεννογόνο της κόγχης, επιτρέποντας την αίσθηση της αναπνοής, δεν απαιτεί νοσηλεία και δεν προκαλεί ατροφική ρινίτιδα, που είναι συνήθης επιπλοκή της χειρουργικής κογχοτομής. Επίσης διαρκεί μόλις 15-30 λεπτά.
Βασικότερο μειονέκτημα της κογχοπλαστικής παραμένει η ανάγκη διενέργειάς της υπό γενική αναισθησία. Ωστόσο, η διενέργειά της υπό γενική αναισθησία δίνει και τη δυνατότητα να συνδυαστεί και με άλλες επεμβάσεις, όπως ευθειασμός ρινικού διαφράγματος, ρινοπλαστικής, αλλά και ενδοσκοπική χειρουργική για την χρόνια ιγμορίτιδα με ή χωρίς ρινικούς πολύποδες, γεγονός ιδιαίτερα θετικό για τον ασθενή που δεν χρειάζεται να υποβληθεί σε νέα επέμβαση, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Ο ασθενής πρέπει να γνωρίζει πως με την κογχοπλαστική δεν θεραπεύεται το αίτιο που προκάλεσε την υπερτροφία, όπως είναι για παράδειγμα η αλλεργία, αλλά διορθώνεται η διόγκωση των ρινικών κογχών.
Αν και το ενδεχόμενο επιπλοκών στην κογχοπλαστική είναι πολύ περιορισμένο, στις ελάχιστες περιπτώσεις που υπάρχουν, αυτές περιλαμβάνουν την αιμορραγία, την ξηρότητα του βλεννογόνου και τις συμφύσεις.
Η ενδοκογχική κογχοπλαστική κερδίζει συνεχώς έδαφος και γίνεται όλο και πιο δημοφιλής μεταξύ των ασθενών, αφού υπόσχεται μόνιμα αποτελέσματα χωρίς υποτροπές. Ο χειρουργός-ωτορινολαρυγγολόγος, Δρ. Ιωάννης Γκουντάκος, διαθέτει εξειδίκευση και πολυετή εμπειρία στην εν λόγω μέθοδο, την οποία εφαρμόζει με μεγάλη αποτελεσματικότητα.