Τηλ.: 2314 022 425, Παύλου Μελά 22, Τ.Κ. 546 22, Θεσσαλονίκη.

Ο βήχας αποτελεί ένα ιδιαίτερο ενοχλητικό σύμπτωμα για τους ασθενείς αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι λειτουργεί προστατευτικά για τον οργανισμό, καθώς μας προειδοποιεί ότι το αναπνευστικό μας σύστημα απειλείται. Ιδιαίτερα όταν παρατείνεται χρονικά και πλησιάζει τους 2 μήνες, τότε καλείται χρόνιος βήχας. Αν και ο χρόνιος βήχας κρύβει μια σειρά αιτιολογικών παραγόντων, το βρογχικό άσθμα, η λαρυγγοφαρυγγική παλινδρόμηση υγρών από το στομάχι και η χρόνια ρινοκολπίτιδα (ιγμορίτιδα) αποτελούν τα συχνότερα, με τα 2 τελευταίους να αποτελούν αντικείμενο ενός Ωτορινολαρυγγολόγου.

Η χρόνια ρινοκολπίτιδα (ιγμορίτιδα) προκαλείται όταν διαταράσσεται η φυσιολογική λειτουργία του βλεννογόνου της μύτης και των παραρρινίων κόλπων, είτε λόγω ιογενών ή βακτηριακών παραγόντων είτε λόγων αλλεργικών ή άλλων παραγόντων. Ο βλεννογόνος της μύτης μας και των παραρρινίων κόλπων παράγει φυσιολογικά 1 lt βλέννης ημερησιώς, η οποία ειναι λεπτορευστη και την καταπίνουμε χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε. Στη χρόνια ρινοκολπίτιδα όμως η βλέννη είναι πλέον αυξημένη σε ποσότητα και πηκτή, αποτελώντας την κύρια αίτια της ανάγκης του ασθενούς για βήχα.

Όταν παρουσιάζεται χρόνιος βήχας, τις περισσότερες φορές, είναι απαραίτητη η εξέταση τόσο από Πνευμονολόγο για τον έλεγχο της λειτουργίας του κατώτερου αναπνευστικό (πνεύμονες) όσο και από Ωτορινολαρυγγολόγο για την εξέταση του ανώτερου αναπνευστικού, κυρίως μέσω ενδοσκόπησης. Κατα αυτό τον τροπο ο γιατρός μπορεί να εξακριβώσει την ύπαρξη σημείων χρόνιας ρινοκολπίτιδας (εκκρίσεις στη μύτη και οπισθορινικά) ή ερεθισμό του λάρυγγα – υποφάρυγγα λόγω γαστρικών υγρών ή και την συνύπαρξη και των 2 αυτών καταστάσεων.

Θεραπευτικά, ο ρόλος του Ωτορινολαρυγγολόγου είναι αρχικά ο εντοπισμός των παραγόντων του ανώτερου αναπνευστικού που συμβάλλουν στην παραγωγή του χρόνιου βήχα.

Η χρόνια ρινοκολπίτιδα αντιμετωπίζεται αρχικά φαρμακευτικά με χορήγηση ρινικών πλύσεων, κορτιζονούχων ρινικών σπρέυ και αντιισταμινικών σκευασμάτων, προκειμένου οι οπισθορινικές εκκρίσεις να μειωθούν σε ποσότητα και σε πυκνότητα. Αποτελεί θεραπεία που απαιτεί υπομονή καθώς δυνητικά μπορεί να διαρκέσει 1-2 μήνες ή και περισσότερο.

Για τη θεραπεία της ιγμορίτιδας (ρινικολπίτιδας), συνιστάται η ενδοσκοπική χειρουργική της μύτης και των παραρρινίων κόλπων με στόχο την ανατομική αποκατάσταση και την αφαίρεση του όποιου παθολογικού βλεννογόνου. Η θεραπεία αυτή εφαρμόζεται μετά την αποτυχία των συμβατικών θεραπειών και αποσκοπεί στην λύση του προβλήματος και αποφυγή υποτροπών στο μέλλον. Αποτελεί μια σύγχρονη εξέλιξη της ειδικότητας της Ωτορινολαρυγγολογίας, ελάχιστα επεμβατική και ανώδυνη, καθώς ο ασθενής επιστρέφει στο σπίτι λίγες ώρες μετά την επέμβαση.

Close Menu